Μιχάλης Κατρίνης
ΠΑΣΟΚ - Κίνημα Αλλαγής
ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ

Η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Το σύστημα αντιμετωπίζει σοβαρές δομικές και λειτουργικές αδυναμίες που δεν βοηθά τους μαθητές να ανταποκριθούν στις προκλήσεις του 21ου αιώνα, της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και της τεχνητής νοημοσύνης. Οι χαμηλές επιδόσεις της χώρας στις διεθνείς κατατάξεις της PISA είναι αποκαλυπτικές και…αποκαρδιωτικές, ταυτόχρονα. 

Οι παραδοσιακές αντιλήψεις για την εκπαίδευση συνεχίζουν να κυριαρχούν, τη στιγμή που η εποχή απαιτεί συγκεκριμένες δεξιότητες: κριτική σκέψη,  συνεργατικότητα,  δημιουργικότητα, καινοτομία. Οι υποδομές των σχολείων είναι συχνά ανεπαρκείς, η ενσωμάτωση της τεχνολογίας περιορισμένη, παρά τις θριαμβικές εξαγγελίες για ‘’ψηφιακή επανάσταση’’ στη χώρα. 

Οι κοινωνικές ανισότητες μετατρέπονται σε εκπαιδευτικές ανισότητες και εξελίσσονται σε μοίρα αποκλεισμού για τους πιο αδύναμους, τους πιο απομακρυσμένους από τα αστικά κέντρα. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση εξακολουθεί να μην λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και δεν ενισχύεται από την κυβέρνηση,  η οποία προωθεί την χαμηλού επιπέδου κατάρτιση.

Για τους μαθητές, το σχολικό περιβάλλον είναι γεμάτο άγχος, ανασφάλεια και βία, ενώ η ψυχοκοινωνική υποστήριξή τους είναι ελλιπής. Μια εικόνα ακριβώς αντίθετη από εκείνη στις Σκανδιναβικές χώρες που αποτελούν πρότυπα εκπαιδευτικών συστημάτων στον κόσμο.

Η αξιολόγηση, ενώ πρέπει να αποτελεί μέσο βελτίωσης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου, έχει μετατραπεί σε μια γραφειοκρατική διαδικασία, με τους εκπαιδευτικούς εξουθενωμένους, κακοπληρωμένους και με ελάχιστη υποστήριξη σε επίπεδο επιμόρφωσης και εξέλιξης. 

Η ειδική αγωγή χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση, παρά τις προσλήψεις που έγιναν και βελτίωσαν την προηγούμενη απαράδεκτη εικόνα: Γονείς να κάνουν αίτηση για παράλληλη στήριξη τον Ιούνιο, ο δάσκαλος ειδικής αγωγής για το παιδί τους να έρχεται τον επόμενο Φεβρουάριο και για πολλές μήνες ένας μαθητής στο φάσμα του αυτισμού ή με άλλη αναπτυξιακή διαταραχή να μένει αβοήθητος στην τάξη ή να αναγκάζονται οι γονείς να πληρώνουν από την τσέπη τους.

Με αποκορύφωμα του ‘’παιδαγωγικού μεσαίωνα’’, την ρατσιστική απαγόρευση των ιδιωτικών σχολείων για συμμετοχή καθηγητή παράλληλης στήριξης στην τάξη, επιλογή που αποκλείει έναν μαθητή με αυτισμό από την ιδιωτική εκπαίδευση. Γιατί άραγε; Κανείς Υπουργός Παιδείας δεν τόλμησε ποτέ να θεραπεύσει αυτή την απαράδεκτη κατάσταση, αν και τη γνώριζαν όλοι.

Η υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου, ο περιορισμός της αυτονομίας του και η λειτουργία κερδοσκοπικών ιδιωτικών ιδρυμάτων, για χάρη επιχειρηματικών συμφερόντων είναι οι επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που δείχνουν ότι δεν αντιλαμβάνεται την εκπαίδευση ούτε ως δημόσιο αγαθό, ούτε ως αναπτυξιακή επένδυση. 

Άλλωστε, για την κυβέρνηση η υπόθεση της ανάπτυξης περιορίζεται στη ‘’μονοκαλλιέργεια’’ του τουρισμού και στο real estate, όπως δείχνουν και οι επιδόσεις της με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Πώς λοιπόν να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που να υπηρετεί ένα άλλο αναπτυξιακό πρότυπο; Έτσι, έχουμε το φαινόμενο χιλιάδων πτυχιούχων σε θεωρητικούς κλάδους, που καταλήγουν να απασχολούνται σε χαμηλά αμειβόμενες θέσεις υψηλής έντασης εργασίας. Όσοι πάλι μπορούν, αναζητούν το όνειρό τους στη φοιτητική μετανάστευση που μετατρέπεται σε μόνιμη αποδημία, εντείνοντας το φαινόμενο του brain drain σε μια χώρα που αργοπεθαίνει δημογραφικά. 

Η ανάγκη ενός εθνικού διαλόγου για την παιδεία, που η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάγκη ενός εθνικού διαλόγου για την αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης που και πάλι η κυβέρνηση αποφεύγει. Μια κυβέρνηση διαχειριστής ισχυρών συμφερόντων, χωρίς ευθύνη και χωρίς όραμα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα. 

Γι’ αυτό και σήμερα χρειάζεται, όχι απλώς ένας καλύτερος διαχειριστής αυτής της μίζερης πραγματικότητας, αλλά μια επιλογή ρήξης με αυτές τις λογικές, με υλικά από το μέλλον, με έμπνευση και όραμα για τη χώρα. Όραμα που θα φέρει την Ελλάδα στην πρωτοπορία της βιώσιμης ανάπτυξης και της ανθρώπινης ευημερίας. Η ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού μοντέλου είναι ένα από τα βασικά μέσα για την επίτευξη αυτού του εθνικού στόχου και αξίζει να προσπαθήσουμε σκληρά για αυτό.